- βελανιδιά
- Γένος φυτών της οικογένειας των φηγιδών (δικοτυλήδονα) με περίπου 200 είδη μεγάλης σημασίας για τη δασική οικονομία των χωρών του βορείου ημισφαιρίου. Η β., που επιστημονικά ονομάζεται δρυς, είναι γνωστή σε πολλά είδη και ποικιλίες. Κάθε είδος και ποικιλία είναι συνδεδεμένο με ορισμένο φυσικό περιβάλλον, και γι’ αυτό τα δάση που σχηματίζει καθεμία από αυτές χαρακτηρίζονται από ειδική οικολογία: π.χ. η αριά (δρυς η αρία) είναι τυπικό είδος του μεσογειακού δάσους, η δρυς η χνοώδης του παραμεσογειακού, ενώ η δρυς η έμμισχος και η δρυς η άμισχος καταλαμβάνουν τις χαμηλές πεδιάδες στους πρόποδες των βουνών.
Η δρυς η έμμισχος είναι δέντρο μεγαλοπρεπές, που το ύψος του φτάνει συχνά τα 25 μ. και η διάμετρος του κορμού του τα 3 μ. Σχηματίζει μεγάλα δάση στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη. Μοναχικά άτομα ή συστάδες συναντώνται σχεδόν σε όλη την Ελλάδα μέσα σε δάση χαμηλών ή ορεινών περιοχών και είναι γνωστά με τις κοινές ονομασίες δέντρο, ρένια, ροτούκι και ρουπάκι. Ο κορμός έχει σκούρο γκρίζο φλοιό με βαθιές και χονδροειδείς ρωγμές. Η κόμη είναι πλατιά με φύλλα που αναπτύσσονται ενωμένα με τα άνθη, βραχύμισχα, προμήκη, αντωοειδή, λεία, με ακανόνιστους λοβούς. Από τα άνθη, τα άρρενα (δημονοφόρα), κιτρινοπρασινωπά και σεπαλοειδή, σχηματίζουν μακρουλούς ιούλους, ενώ τα θηλυκά ενώνονται ανά 3-4 στην άκρη ενός βλαστού και περιβάλλονται από μικρά λέπια, που προσκολλώνται το ένα επάνω στο άλλο, διαμορφώνοντας –μετά την αποξύλωσή τους– ένα στερεό κύπελλο, ενώ ο μίσχος πάνω στον οποίο φέρονται μακραίνει πάρα πολύ. Ο καρπός (βελανίδι) είναι κάρυο (όπως σε όλα τα είδη β.) και χαρακτηρίζεται από έναν ποδίσκο πολύ μακρύτερο από τον μίσχο των φύλλων του δέντρου αυτού.
Η δρυς η άμισχος δεν διαφέρει από την προηγούμενη παρά μόνο στο ότι έχει φύλλα με μικρό μίσχο και βελανίδια σχεδόν χωρίς ποδίσκο. Κατά τα υπόλοιπα, εκτιμάται ως μια ποικιλία της προηγούμενης (εμμίσχου). Και τα δύο είδη μπορούν να χαρακτηριστούν ποικιλίες της δρυός της αγρίας.
Η δρυς η κήρρις είναι πολύ συγγενής προς τις προηγούμενες. Πρόκειται για δέντρο της ευρωπαϊκής δασικής χλωρίδας. Στην Ελλάδα σπάνια συναντάται σε καθαρές συστάδες και συνήθως είναι αναμεμειγμένη με άλλα δέντρα σχεδόν σε όλη τη χώρα και είναι γνωστή με τις κοινές ονομασίες τσέρο, ρουπάκι και δέντρο. Ο κορμός έχει φλοιό με βαθιές, κάπως ευθύγραμμες ρωγμές. Τα φύλλα της είναι στενόμακρα, χονδροειδή και βαθιά λοβώδη· τα βελανίδια είναι μεγάλα με κύπελλο, σχηματισμένα από άφθονα λέπια.
Η δρυς η αιγίλωψ, γνωστή στη χώρα μας ως ήμερη β., ευδοκιμεί σε θερμό περιβάλλον και γι’ αυτό είναι διαδεδομένη στις πεδιάδες και στις προσβάσεις των βουνών σχεδόν σε όλη την ηπειρωτική Ελλάδα και στα νησιά. Το ύψος της φτάνει τα 30 μ., έχει φύλλα έμμισχα, δερματώδη, χνουδωτά, με οξύληκτους ανόμοιους λοβούς και παράγει τους μεγαλύτερους καρπούς από όλες τις β. Το κύπελλο του καρπού είναι επίσης μεγάλο και φέρει παχιά, μακρά και πυκνά λέπια. Η δρυς η αιγίλωψ έχει σημαντική οικονομική σημασία για την Ελλάδα, γιατί από τα κύπελλα των καρπών, τα οποία περιέχουν 40% τανίνη, εξάγεται με βιομηχανική απόσταξη εκχύλισμα χρήσιμο στη βυρσοδεψία και στη βαφική.
Εκτός από αυτές, η ελληνική χλωρίδα περιλαμβάνει τα είδη: δρυς η κοκκοφόρα ή πουρνάρι, δρυς η μακεδονική, αριά (δρυς η αρία), δρυς η ψευδοφελλώδης, δρυς η κηκιδοφόρος και δρυς η πυκνή.
Από τα ξενικά είδη, το πιο ενδιαφέρον είναι η φελλοδρύς (δρυς η φελλοδρύς), από τον φλοιό της οποίας παράγεται ο φελλός. Τα δάση β. της Ελλάδας καλύπτουν έκταση περίπου 8.000.000 στρεμμάτων. Το ξύλο σχεδόν όλων των β. είναι βαρύ, σκληρό, συμπαγές, με χρώμα ωχρώδες ή κοκκινωπό (δρυς η κήρρις), δεν σαπίζει εύκολα και χρησιμοποιείται σε πλήθος ξυλουργικές εργασίες, όπως π.χ. στην οικοδομική, τη ναυπηγική, την επιπλοποιία, την κατασκευή βαρελοσανίδων, δοκαριών σταθεροποίησης σιδηροδρομικών δοκών κλπ. Επειδή παρουσιάζει υψηλή περιεκτικότητα σε θερμίδες, παρασκευάζονται από αυτό ξυλάνθρακες άριστης ποιότητας. Ο φλοιός είναι πλούσιος σε δεψικές ουσίες, όπως επίσης τα κύπελλα των καρπών και τα ζωοκηκίδια, που σχηματίζονται στα ξύλα με το τσίμπημα ενός εντόμου (είδος κύνιπος). Και τα τρία χρησιμοποιούνται στη βυρσοδεψία, στη βαφική και στη φαρμακευτική. Οι καρποί της β., τα βελανίδια, αποτελούν θρεπτική τροφή για τα ζώα και κυρίως για τους χοίρους.
Φύλλα και καρποί βελανιδιάς.
Dictionary of Greek. 2013.